Αρχαιολογικός Χώρος Αιγών, Ημαθία
Κατηγορία
Archaeological site
Τοποθεσία
Imathia
Λέξη-κλειδί
ΑΙΓΑΙ
Βαθμολογία
0/5
Ανεσεις/παροχες
Audiovisual equipment
e-ticket
Elevator
Free Parking
Guided Tour
People with Disabilities
Restaurant & Coffee
Shop
WC
περιγραφη

Η πόλη των ιστορικών χρόνων που απλωνόταν στους λόφους δεν είναι ακόμη καλά γνωστή, αφού μόνον ένα μικρό ποσοστό της συνολικής έκτασης της έχει ανασκαφεί. Το κέντρο των Αιγών με το ανάκτορο και τα ιερά, το ”άστυ” δηλαδή της πόλης που αναφέρει και ο χρησμός, καταλαμβάνει μια έκταση περίπου 800 στρεμμάτων και αναπτύσσεται σε επτά άνδηρα, στην πλαγιά, στα νότια του νεκροταφείου των τύμβων. Η διαφοροποίηση των αξόνων των οικοδομικών συγκροτημάτων που έχουν αποκαλυφθεί δείχνει ότι στις Αιγές, όπως και στην Αθήνα, αλλά και σε όλες τις παλιές πόλεις, δεν υπήρχε ορθολογικά οργανωμένο πολεοδομικό σύστημα με κανονικά οικοδομικά τετράγωνα και κάθετους οδικούς άξονες.
Στο δυτικό τμήμα της πόλης, σε ψηλό, περίοπτο σημείο ήταν χτισμένο το ανάκτορο που, ορατό από παντού, δέσποζε απόλυτα στην εικόνα της. Δίπλα του, στην πλαγιά που κατηφορίζει μαλακά προς το βορά, βρίσκονταν το θέατρο και τα σημαντικότερα ιερά, μαζί με τα υπόλοιπα δημόσια κτίρια της πόλης. Το άστυ των Αιγών προστατευόταν από τείχος, ωστόσο ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού κατοικούσε έξω από το τειχισμένο κέντρο σε πολλούς μικρούς συνοικισμούς, που ξεκινούν δίπλα από τα τείχη και απλώνονται σε ολόκληρη την περιοχή, διάσπαρτοι στους χαμηλούς λόφους, αλλά και στον κάμπο, σημαδεύοντας με την παρουσία τους την πορεία των αρχαίων δρόμων.
Ακολουθώντας το αρχαιότροπο μοντέλο οργάνωσης του χώρου που εκφράζει μια κοινωνία στηριγμένη στην αριστοκρατική δομή των γενών με σημείο αναφοράς και πόλο συνοχής τη βασιλική εξουσία, οι Αιγές αναδύονται από την αχλύ της προϊστορίας σαν μια πόλη ”κατά κώμας”, ένα ‘ανοιχτό’ πολεοδομικό μόρφωμα με μικρούς και μεγαλύτερους συνοικισμούς, διάσπαρτους γύρω από έναν κεντρικό πυρήνα, που εξελίσσεται οργανικά, χωρίς αυστηρά προκαθορισμένο σχέδιο και συγκροτείται στο χώρο με άξονα τη βασιλική παρουσία και εξουσία, τη σχέση με το θείο και την ανάγκη επιβολής και άμυνας, με άλλα λόγια, το ανάκτορο, τα ιερά και την οχυρή ακρόπολη.
Στα πλαίσια ενός μεγάλου οικοδομικού προγράμματος που υλοποιείται στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Φιλίππου Β΄ χτίζεται το νέο μεγαλοπρεπές ανάκτορο των Αιγών, το θέατρο που βρίσκεται δίπλα του και διαμορφώνεται το γειτονικό ιερό της Εύκλειας με τα βασιλικά αναθήματα.Τα κτίσματα αυτά, για τα οποία χρησιμοποιήθηκε ο ακριβός πωρόλιθος, ακολουθούν αυστηρά τον ίδιο άξονα, ακόμα και αν αυτό συνεπάγεται σοβαρά κατασκευαστικά προβλήματα, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του θεάτρου. Είναι προφανές ότι πίσω από τις κατασκευές αυτές υπάρχει ένας συγκεκριμένος σχεδιασμός που εμπνέεται από μια σαφή ιδεολογική τοποθέτηση: το κέντρο της πολιτικής και της θρησκευτικής εξουσίας που συγκεράζεται στο πρόσωπο του βασιλιά συνδυάζεται με το θέατρο, το κέντρο της τέχνης και του πολιτισμού.
Συνεχίζοντας ό,τι ξεκίνησε ο πρόγονός του Αρχέλαος, ο Φίλιππος Β΄ γίνεται βασιλιάς Μαικήνας, ”πεφωτισμένος δεσπότης” κατά το πλατωνικό πρότυπο, και εγκαινιάζει στις Αιγές μια παράδοση που θα σφραγίσει την εικόνα των βασιλικών πόλεων της ελληνιστικής εποχής, της Περγάμου, της Αντιόχειας, της Σελεύκειας και θα φτάσει στο αποκορύφωμά της στην Αλεξάνδρεια με την ίδρυση της θρυλικής Βιβλιοθήκης και του Μουσείου, του πρώτου Πανεπιστημίου που γνώρισε ο κόσμος.
Στον κάμπο, στα βόρεια της πόλης, απλώνεται η αχανής νεκρόπολη των Αιγών, ο τόπος όπου θάβονταν οι βασιλιάδες των Μακεδόνων. Με κέντρο το νεκροταφείο των τύμβων της πρώιμης εποχής του σιδήρου (11ος-7ος αι. π.Χ.) η νεκρόπολη επεκτάθηκε προς τα νότια στα αρχαϊκά χρόνια (6ος-5ος αι. π.Χ., προς τα δυτικά στα κλασικά (5ος-4ος αι. π.Χ.) και προς τα ανατολικά στα ελληνιστικά (3ος-1ος αι. π.Χ.).
Επίκεντρο της ανασκαφικής έρευνας η νεκρόπολη έχει δώσει πλούσια ευρήματα που τεκμηριώνουν όχι μόνον τις μεταθανάτιες πίστεις, αλλά αυτόν καθαυτό τον πολιτισμό των Μακεδόνων, του ακριτικού ελληνικού φύλου που μένοντας έξω από τις πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις του νότου διατήρησε μέχρι τα ελληνιστικά χρόνια δομές, ήθη και παραδόσεις που ανακαλούν τον κόσμο του ομηρικού έπους.
Ανάμεσα στα ανασκαμμένα τμήματα της νεκρόπολης ξεχωρίζουν οι τρεις βασιλικές ταφικές συστάδες, η συστάδα του Φιλίππου Β΄ στα δυτικά (Μουσείο βασιλικών τάφων των Αιγών), η συστάδα του Δημαρχείου στα νότια και η συστάδα των βασιλισσών με τον τάφο της Ευρυδίκης και τον ιωνικό τάφο, τον λεγόμενο ”τάφο του Ρωμαίου” από το όνομα του ανασκαφέα δίπλα στην βορειοδυτική πύλη της πόλης. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η ταφική συστάδα Heuzey-Μπέλλα στα ανατολικά, όπου αποκαλύφθηκαν τέσσερις μνημειακοί μακεδονικοί και τρεις κιβωτιόσχημοι τάφοι της ελληνιστικής εποχής.
Στη νότια άκρη του μακεδονικού κάμπου, σκαρφαλωμένες στους πρόποδες των Πιερίων, βρίσκονται οι Αιγές, “ο τόπος με τα πολλά κοπάδια”, η πρώτη πόλη των Μακεδόνων. Ένας χρησμός που λέγεται ότι δόθηκε στον Περδίκκα Α΄ αναφέρεται στην ίδρυση τους, συσχετίζοντας το όνομα της πόλης με τα κοπάδια των γιδιών: (Διόδ. 17.16.1.1) ”..όπου θα δεις χιονόλευκες γίδες με λαμπερά κέρατα να κοιμούνται, στα χώματα εκείνης της γης, θυσίασε στους τρισμακάριστους θεούς και χτίσε το άστυ μιας πόλης”. Tο πρώτο μακεδονικό αστικό κέντρο βρίσκεται στα νότια του Αλιάκμονα, στην καρδιά της περιοχής που ήταν για τον Ηρόδοτο η ”Μακεδονίς γη”, η κοιτίδα των Μακεδόνων. Το ποτάμι προστάτευε σαν φυσικό οχυρό την πόλη από τους κινδύνους του βορά και συγχρόνως εξασφάλιζε την άμεση επικοινωνία με τη θάλασσα που τότε βρισκόταν πολύ πιο κοντά, ενώ στο σημείο όπου βρισκόταν η πόλη, συναντιόταν ο κύριος οδικός άξονας που, διασχίζοντας τα Πιέρια, συνέδεε τη λεκάνη της Μακεδονίας με τη νότια Ελλάδα με τον δρόμο που, ξεκινώντας από τα λιμάνια της Πιερίας και παρακολουθώντας τις υπώρειες των βουνών, οδηγούσε στο βορά και στην ανατολή.
Η πρώτη εγκατάσταση έγινε στον κάμπο την τρίτη προχριστιανική χιλιετία. Στο τέλος της εποχής του χαλκού ο οικισμός, ακολουθώντας τη γενικότερη τάση που επέβαλαν οι νέες συνθήκες, μετακινήθηκε προς τις υπώρειες του βουνού. Όπως δείχνει το αχανές νεκροταφείο με τους εκατοντάδες τύμβους που απλώνεται σε έκταση πολλών εκατοντάδων στρεμμάτων εντυπωσιάζοντας τον επισκέπτη ακόμη και σήμερα, στην πρώιμη εποχή του σιδήρου, (11ος-7ος αι. π.Χ.) είχε ήδη αναπτυχθεί εδώ ένα εξαιρετικά σημαντικό, πλούσιο και πολυάνθρωπο κέντρο. Κομψά γεωμετρικά αγγεία τεκμηριώνουν τις επαφές με τον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο, ενώ τα πλούσια, κυρίως χάλκινα κοσμήματα, προϊόντα της ιδιαίτερα ανεπτυγμένης τοπικής μεταλλοτεχνίας, που ξεχωρίζουν όχι μόνον για τον πλούτο, αλλά και για την ποιότητα τους υπογραμμίζουν τον κεντρικό ρόλο και τη σημασία του συγκεκριμένου χώρου από τα πρώιμα αυτά χρόνια. Οικισμοί και νεκροταφεία διάσπαρτα στον κάμπο και κυρίως στους λόφους επιβεβαιώνουν αυτήν την διαπίστωση και μαρτυρούν την πυκνή κατοίκηση και χρήση της περιοχής που θα συνεχιστεί και στους αμέσως επόμενους αιώνες.
Στα μέσα του 7ου αι. π.Χ. ο Περδίκκας Α΄, απόγονος του μυθικού βασιλιά του Άργους Τήμενου καταφέρνει να αναρριχηθεί στον μακεδονικό θρόνο. Με τους Τημενίδες στην εξουσία οι Μακεδόνες θα επεκτείνουν την κυριαρχία τους και θα γίνουν κύριοι της πλούσιας χώρας που θα πάρει από αυτούς το όνομά της. Οι Αιγές, η καθέδρα των βασιλέων, η πόλη που η μοίρα της συνδέεται άρρηκτα με την τύχη της δυναστείας, όντας το κέντρο ενός από τα πιο ισχυρά κράτη της περιοχής, γνωρίζουν τον 6ο και τον 5ο αι. π.Χ. περίοδο μεγάλης ακμής και πλούτου που ανιχνεύεται κυρίως μέσα από τα εντυπωσιακά ευρήματα της νεκρόπολης.
Την εποχή αυτή οι Αιγές είναι πραγματικά η πρώτη πόλη της Μακεδονίας, αφού εδώ χτυπά η καρδιά της εξουσίας, και η ζωή αγγίζει πρωτοφανή επίπεδα εκζήτησης και πολυτέλειας. Για τις ανάγκες του στρατού, για το ανάκτορο και τα νοικοκυριά των εκλεκτών, για τις κυρίες της αυλής οι ντόπιοι μεταλλουργοί και χρυσοχόοι παράγουν όπλα, πολύτιμα μετάλλινα σκεύη και κοσμήματα που συχνά είναι μικρά κομψοτεχνήματα, ενώ έμποροι και προϊόντα φτάνουν από όλες τις γωνίες του κόσμου. Στα χρόνια του Αρχέλαου (413-399 π.Χ.) η αυλή των Αιγών θα γίνει κέντρο παραγωγής πολιτισμού, αφού θα τη λαμπρύνουν με την παρουσία τους μερικοί από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες και διανοητές της εποχής, ανάμεσά τους ο Ζεύξις, ο μέγιστος των ζωγράφων, οι ποιητές Χοιρίλος, Τιμόθεος και Αγάθων και ο ίδιος ο Ευριπίδης που θα γράψει και θα παρουσιάσει εδώ τις τελευταίες τραγωδίες του.
Το πρώτο μισό του 4ου αι. π.Χ. οι γενικότερες πολιτικοστρατιωτικές εξελίξεις θα οδηγήσουν στην μετατόπιση του διοικητικού κέντρου προς τη θάλασσα, στην Πέλλα. Ωστόσο οι Αιγές παραμένουν το πατροπαράδοτο κέντρο, όπου τελούνται οι κρίσιμες ιερές τελετές και γιορτάζονται οι μεγάλες γιορτές, ο τόπος όπου θάβονται οι βασιλιάδες. Στα χρόνια του Φίλιππου Β΄ (359-336 π.Χ.) η παλιά ιερή πρωτεύουσα γνωρίζει και πάλι μεγάλη ακμή που ανιχνεύεται παντού και συνοδεύεται από έντονη οικοδομική δραστηριότητα, η οποία συνεχίζεται και ολοκληρώνεται πριν από το τέλος του αιώνα. Το θέρος του 336 π.Χ. ο βασιλιάς αποφασίζει να γιορτάσει την παντοδυναμία του. Άοπλος, λευκοντυμένος, με το στεφάνι της γιορτής στο κεφάλι ακολουθεί την ιερή πομπή. Στο θέατρο των Αιγών θα συναντήσει τη μοίρα του. Χτυπημένος από το μαχαίρι του δολοφόνου ο Φίλιππος πέφτει νεκρός μπροστά στα μάτια των θεατών βάφοντας με το αίμα του το χώμα της ορχήστρας. Στον ίδιο τόπο ο Μεγαλέξανδρος ανακηρύσσεται βασιλιάς και ξεκινάει την πορεία που θα τον οδηγήσει στο θρύλο.
Στην εποχή των Διαδόχων το ενδιαφέρον μετατοπίζεται και η Πέλλα είναι πια το αδιαφιλονίκητο κέντρο. Μην έχοντας καίρια θέση στον γεωπολιτικό χάρτη του ελληνιστικού κόσμου, οι Αιγές περνούν στο περιθώριο. Μετά την ήττα του τελευταίου μακεδόνα βασιλιά Περσέα από τους Ρωμαίους, το 168 π.Χ. η παλιά βασιλική πόλη καταστρέφεται. Τα τείχη ισοπεδώνονται, το ανάκτορο, το θέατρο και άλλα δημόσια και ιδιωτικά κτήρια καίγονται και γκρεμίζονται. Η παλιά ιεραρχία καταλύεται όμως η ζωή συνεχίζεται. Σπίτια χτίζονται στα ερείπια του τείχους και των παλιών δημόσιων κτηρίων χρησιμοποιώντας συχνά σαν δομικό υλικό τα μέλη τους. Μερικά ιερά επισκευάζονται, όμως το παλάτι, κέντρο και σύμβολο της καταλυμένης πια εξουσίας των μακεδόνων βασιλέων, και το γειτονικό του θέατρο απομένουν ερείπια για πάντα. Οι Αιγές φυτοζωούν δίπλα στη Βέροια που είναι η ευνοούμενη της νέας εξουσίας.
Τον 1ο αι. μ.Χ. ύστερα από μια ξαφνική καταστροφή οι κάτοικοι μετακινούνται στον κάμπο στα βορειοανατολικά της νεκρόπολης σε έναν οικισμό που ως το τέλος της αρχαιότητας ήταν το διοικητικό κέντρο της περιοχής, όπως δείχνει η παλαιοχριστιανική βασιλική με βαπτιστήριο που χτίστηκε εδώ τον 5ο αι. μ.Χ.. Στο μεταξύ το όνομα των Αιγών έπαψε να υπάρχει. Το λίκνο των Τημενιδών παραδόθηκε στη λήθη των αιώνων και απόμεινε μόνον η ανάμνηση του παλατιού των Μακεδόνων βασιλιάδων να στοιχειώνει στο μεσαιωνικό όνομα ενός μικρού χωριού, τα ”Παλατίτζια”, που ζει ως τις μέρες μας και η Μεγάλη Τούμπα στην άκρη του κάμπου να φυλάγει στα σπλάχνα της το ακριβό μυστικό της.

Aigai, the archaeological site, Imathia
The most important monuments on the site are the following:
The royal tombs in the Great Tumulus. This group includes three Macedonian tombs and one cist-grave. One of them was the tomb of king Philip II and another probably belonged to king Alexander IV. These two graves were found unplundered and are lavishly decorated with splendid wall paintings, made by great and famous artists.
The royal tombs to the NW of the city. Two Macedonian tombs are included in this group, the so-called “Rhomaios Tomb”, an Ionic, temple-shaped structure, dated to the beginning of the 3rd century B.C. and the “Tomb of Eurydice”, which probably belongs to the mother of Philip II and is dated to ca. 340 B.C. To the same group also belong three cist-graves dating from the 5th and 4th centuries B.C., as well as four pit-graves of the late Archaic period.
The cemetery of the tumuli. This is the imposing necropolis of the Iron Age (11th-8th centuries B.C.), which includes more than 300 small earthen tumuli, constructed over clusters of burials which contained rich offerings.
The Palace and the Theatre. These two important monuments are parts of the same complex, dated to the 4th century B.C. The palace is organized around a large, central peristyle court and comprises a circular shrine (Tholos) dedicated to Herakles Patroos, and luxurious banquet halls for the king and his officers. One of these rooms includes a fine mosaic floor.
The temple of Eukleia. It lies to the north of the theatre and includes two temples of the 4th and 3rd centuries B.C., a monumental peristyle and a series of offerings among which two bases of the votive statues dedicated by queen Eurydice, grandmother of Alexander The Great.
The acropolis and the city walls. It is located on a steep hill to the south of the settlement. The fortification wall extends to the east of the city. Excavations on the acropolis have revealed parts of the circuit wall and Hellenistic houses in the enclosed area. The fortification of Aigai dates to the early Hellenistic period (end of 4th-beginning of 3rd century B.C.).
The ancient city lying on the north slopes of the Pierian mountains is securely identified as Aigai, the capital of the kingdom of Lower Macedonia. Archaeological evidence prooves that the site was continuously inhabited from the Early Bronze Age (3rd millenium BC) while in the Early Iron Age (11th-8th centuries BC) it became an important centre, rich and densely inhabited.
The city reached its highest point of prosperity in the Archaic (7th-6th centuries BC) and Classical periods (5th-4th centuries), when it was the most important urban centre of the area, the seat of the Macedonian kings and the place where all the traditional sanctuaries were established. Moreover, it was already famous in antiquity for the wealth of the royal tombs which were gathered in its extensive necropolis. The finds from the excavations are exhibited in the protective shelter over the royal tombs of Vergina and in the Archaeological Museum of Thessaloniki.
The first excavations on the site were carried out in the 19th century by the French archaeologist L. Heuzey and were resumed in the 1930’s, after the liberation of Macedonia, by K. Rhomaios. After the Second World War, in the 1950’s and 1960’s, the excavations were directed by M. Andronicos, who investigated the cemetery of the tumuli.
At the same time, the Palace was excavated by the University of Thessalonike and part of the necropolis by the Archaeological Service of the Ministry of Culture.
In 1977, M. Andronicos brought to light the royal tombs in the Great Tumulus of Vergina (Megale Toumba). The most remarkable of these was the tomb of Philip II (359-336 B.C.) and its discovery is considered to be one of the most important archaeological events of the century. Since then, acontinuing excavations have revealed a series of significant monuments.

ΠΗΓΗ: http://odysseus.culture.gr/ Συντάκτης Αγγελική Κοτταρίδη, αρχαιολόγος

Συχνές Ερωτήσεις
Ωραριο λειτουργιας
  • Closed Now
    UTC+009:00 AM - 06:00 PM
  • Monday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Tuesday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Wednesday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Thursday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Friday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Saturday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Sunday
    09:00 AM - 06:00 PM
πληροφοριες
Keyword
ΑΙΓΑΙ
Location
Βεργίνα Ημαθίας
Phone
Χαρτης
Επιλεγμενη καταχωριση

All Chat Users

    Start Chat

    Select a listing or user to start your chat.

    Browse Users

    Chat Settings

    Chat Theme
    0/50
    Set a greeting message to show to new chat participants. E.g., Welcome to my chat.
    0/50
    Set a fixed notification for the chat owner. E.g., We are off for this month.
    No images found.
    elGreek
    Compare Listings