Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είναι το μεγαλύτερο μουσείο της Ελλάδας και ένα από τα σημαντικότερα του κόσμου. Με αρχικό προορισμό να δεχθεί το σύνολο των ευρημάτων από ανασκαφές του 19ου αιώνα, κυρίως από την Αττική, αλλά και από άλλες περιοχές της χώρας, σταδιακά πήρε τη μορφή ενός κεντρικού Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και εμπλουτίσθηκε με ευρήματα από όλα τα σημεία του ελληνικού κόσμου. Οι πλούσιες συλλογές του, που απαριθμούν περισότερα από 11.000 εκθέματα, προσφέρουν στον επισκέπτη ένα πανόραμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού από τις αρχές της προϊστορίας έως την ύστερη αρχαιότητα.
Το μουσείο στεγάζεται στο επιβλητικό νεοκλασικό κτήριο, που οικοδομήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα σε σχέδια του L. Lange και τελικά διαμορφώθηκε από τον Ernst Ziller. Οι εκθεσιακοί χώροι του, δεκάδες αίθουσες σε κάθε όροφο, καλύπτουν έκταση 8.000 τ.μ. και στεγάζουν τις πέντε μεγάλες μόνιμες συλλογές: Τη Συλλογή Προϊστορικών Αρχαιοτήτων, που περιλαμβάνει έργα των μεγάλων πολιτισμών που αναπτύχθηκαν στο Αιγαίο από την 6η χιλιετία έως το 1050 π.Χ. (νεολιθικού, κυκλαδικού και μυκηναϊκού) και ευρήματα από τον προϊστορικό οικισμό της Θήρας. Τη Συλλογή Έργων Γλυπτικής, που παρουσιάζει την εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής γλυπτικής από τον 7ο αι. π.Χ. έως τον 5ο αι. μ.Χ., μέσα από μοναδικά έργα τέχνης. Τη Συλλογή Αγγείων και Μικροτεχνίας, που περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικά έργα της αρχαίας ελληνικής κεραμικής από τον 11ο αι. π.Χ. έως και τη ρωμαϊκή εποχή, καθώς και και τη Συλλογή Σταθάτου, μια διαχρονική συλλογή μικροτεχνημάτων. Τη Συλλογή Έργων Μεταλλοτεχνίας με πολλά μοναδικά πρωτότυπα έργα, αγάλματα, ειδώλια και έργα μικροτεχνίας. Τέλος, τη μοναδική για την Ελλάδα Συλλογή Αιγυπτιακών και Ανατολικών Αρχαιοτήτων με έργα τέχνης, που χρονολογούνται από την προδυναστική περίοδο (5000 π.Χ.) έως και τους χρόνους της ρωμαϊκής κατάκτησης.
Το μουσείο διαθέτει πλούσιο φωτογραφικό αρχείο και βιβλιοθήκη με πολλές σπάνιες εκδόσεις, η οποία εμπλουτίζεται διαρκώς για τις ανάγκες του επιστημονικού προσωπικού. Επίσης, διαθέτει σύγχρονα εργαστήρια συντήρησης μεταλλικών αντικειμένων, κεραμικής, λίθου, εργαστήρια εκμαγείων, οργανικών υλών, φωτογραφικό εργαστήριο και χημικό εργαστήριο. Στους χώρους του στεγάζονται, ακόμη, αίθουσες περιοδικών εκθέσεων, αμφιθέατρο διαλέξεων, καθώς και ένα από τα μεγαλύτερα πωλητήρια του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων.
Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο δέχεται χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο. Παράλληλα με την προβολή των εκθεμάτων του διοργανώνει περιοδικές εκθέσεις και συμμετέχει με δανεισμό έργων του σε εκθέσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Επί πλέον, λειτουργεί ως κέντρο έρευνας για επιστήμονες από όλο τον κόσμο και συμμετέχει στην εκπόνηση ειδικών εκπαιδευτικών και άλλων προγραμμάτων. Στο αμφιθέατρό του διοργανώνονται αρχαιολογικές διαλέξεις, ενώ καινοτομία αποτελεί και η δυνατότητα ξενάγησης ατόμων με προβλήματα ακοής από το επιστημονικό προσωπικό. Το μουσείο λειτουργεί ως Ειδική Περιφερειακή Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, ενώ οι πέντε μόνιμες συλλογές του, εκτός από εκθεσιακές ενότητες, αποτελούν και αυτόνομα διοικητικά τμήματα.
Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ιδρύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα με σκοπό να φιλοξενήσει και να διαφυλάξει αρχαιότητες από όλη την Ελλάδα, προβάλλοντας παγκοσμίως την ιστορική, πνευματική και καλλιτεχνική τους αξία. Το πρώτο αρχαιολογικό μουσείο στην Ελλάδα είχε ήδη ιδρυθεί το 1829, από τον Ι. Καποδίστρια και στεγάσθηκε στο Ορφανοτροφείο της Αίγινας. Στις επόμενες δεκαετίες, όμως, η μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα και ο μεγάλος αριθμός ευρημάτων, που ερχόταν στο φως από τις ανασκαφές, έκαναν επιτακτική την ανάγκη ύπαρξης ενός οργανωμένου εθνικού μουσείου στην πόλη. Για πολλά χρόνια διατυπώνονταν προτάσεις σχετικά με τη θέση και τα σχέδια του κτηρίου, τόσο από Έλληνες όσο και από ξένους αρχιτέκτονες, που εργάζονταν για την ανοικοδόμηση της Αθήνας.
Το οικόπεδο, στο οποίο τελικά οικοδομήθηκε το μουσείο, είναι δωρεά της Ελένης Τοσίτσα, ενώ τα σχέδια κατασκευής του κτηρίου, των αρχιτεκτόνων L. Lange και Π. Κάλκου, επιμελήθηκε για την τελική διαμόρφωση του χώρου ο αρχιτέκτων E. Ziller. Τη χρηματοδότηση προσέφεραν το ελληνικό δημόσιο, η Αρχαιολογική Εταιρεία και ο Νικόλαος Βερναρδάκης, πλούσιος ομογενής από τη Ρωσία. Το οικοδόμημα περατώθηκε το 1889 με την παράδοση της κεντρικής πτέρυγας και την πρόσοψη, ενώ κατά τα έτη 1903-1906 προστέθηκε μία ακόμα πτέρυγα στα ανατολικά. Τέλος, στο διάστημα 1932-1939 πραγματοποιήθηκε η κατασκευή ενός διώροφου κτίσματος στην ανατολική πλευρά από τον αρχιτέκτονα Γ. Νομικό.
Η μεταφορά αρχαιοτήτων στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ξεκίνησε το 1874, όταν ολοκληρώθηκε η ανέγερση της δυτικής πτέρυγας και ενώ συνεχίζονταν οι εργασίες αποπεράτωσης. Έως το 1889, χρονολογία περάτωσης της κεντρικής πτέρυγας, είχαν μεταφερθεί στο μουσείο τα σημαντικότερα αρχαία ευρήματα από την επαρχία και το 1893 ολοκληρώθηκε η σταδιακή παράδοση όλων των αρχαιοτήτων της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Επί πλέον, οι συλλογές του μουσείου εμπλουτίσθηκαν με δωρεές ιδιωτικών αρχαιολογικών συλλογών, όπως της Αιγυπτιακής Συλλογής του Ιωάννου Δημητρίου (1890).
Με Προεδρικό Διάταγμα της 9ης Αυγούστου 1893 (ΦΕΚ Α΄ αρ. 152, «Περί διοργανισμού του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου») ιδρύθηκε επισήμως το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο με σκοπό «την σπουδήν και διδασκαλίαν της αρχαιολογικής επιστήμης, την διάδοσιν αρχαιολογικών γνώσεων παρ’ ημίν και την ανάπτυξιν έρωτος προς τας καλάς τέχνας». Οι Συλλογές του καθορίσθηκαν ως εξής: Συλλογή Γλυπτών (Γλυπτοθήκη), Συλλογή Αγγείων (Αγγειοθήκη), Συλλογή Πήλινων και Χαλκών Αγαλματίων και λοιπών διαφόρου ύλης αρχαίων (Αγαλματιοθήκη), Συλλογή Επιγραφών (Επιγραφικό Μουσείο), Συλλογή Έργων Προελληνικών Χρόνων (Μυκηναία Συλλογή), Συλλογή Έργων Αιγυπτιακής Τέχνης (Αιγυπτιακή Συλλογή). Επιπλέον, λειτουργούσαν εργαστήρια συντήρησης και μουσείο εκμαγείων.
Η κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου κατέστησε επιτακτική την ανάγκη αποθήκευσης και φύλαξης των αρχαιοτήτων του μουσείου σε ασφαλείς χώρους του ίδιου του κτηρίου, της Τραπέζης της Ελλάδος και σε φυσικά κρησφύγετα. Αμέσως μετά τον πόλεμο, το 1945, άρχισαν οι εργασίες επανέκθεσης των αρχαίων, υπό την επίβλεψη του τότε διευθυντή Χ. Καρούζου, ενώ παράλληλα πραγματοποιήθηκαν οικοδομικές εργασίες από τον αρχιτέκτονα Π. Καραντινό, με σκοπό τη διαμόρφωση των χώρων του μουσείου για την καλύτερη παρουσίαση των εκθεμάτων. Κατά τη διάρκεια των εργασιών αυτών, η προσωρινή έκθεση του μουσείου περιορίσθηκε σε δέκα αίθουσες της ανατολικής πτέρυγας. Το 1964 ολοκληρώθηκε το έργο της επανέκθεσης από το Χρήστο και τη Σέμνη Καρούζου, με την υποδειγματική παρουσίαση της πορείας της αρχαίας ελληνικής τέχνης από την προϊστορία έως τους ρωμαϊκούς χρόνους. Τριάντα χρόνια αργότερα, το 1994, εκτέθηκε για πρώτη φορά και η μοναδική στην Ελλάδα συλλογή αιγυπτιακών αρχαιοτήτων.
National Archaeological Museum
he National Archaeological Museum is the largest museum in Greece and one of the world’s great museums. Although its original purpose was to secure all the finds from the nineteenth century excavations in and around Athens, it gradually became the central National Archaeological Museum and was enriched with finds from all over Greece. Its abundant collections, with more than 20,000 exhibits, provide a panorama of Greek civilization from the beginnings of Prehistory to Late Antiquity.
The museum is housed in an imposing neoclassical building of the end of the nineteenth century, which was designed by L. Lange and remodelled by Ernst Ziller. The vast exhibition space – numerous galleries on each floor accounting for a total of 8,000 square metres – house five large permanent collections: The Prehistoric Collection, which includes works of the great civilizations that developped in the Aegean from the sixth millennium BC to 1050 BC (Neolithic, Cycladic, Mycenaean), and finds from the prehistoric settlement at Thera. The Sculptures Collection, which shows the development of ancient Greek sculpture from the seventh to the fifth centuries BC with unique masterpieces. The Vase and Minor Objects Collection, which contains representative works of ancient Greek pottery from the eleventh century BC to the Roman period and includes the Stathatos Collection, a corpus of minor objects of all periods. The Metallurgy Collection, with many fundamental statues, figurines and minor objects. And, finally, the only Egyptian and Near Eastern Antiquities Collection in Greece, with works dating from the pre-dynastic period (5000 BC) to the Roman conquest.
The museum possesses a rich photographic archive and a library with many rare publications, the latter of which is constantly enriched to meet the needs of the research staff. There are also modern conservation laboratories for metal, pottery, stone and organic materials, a cast workshop, a photographic laboratory and a chemistry laboratory. The museum has temporary exhibition spaces, a lecture hall for archaeological lectures and one of the largest shops of the Archaeological Receipts Fund.
The National Archaeological Museum welcomes thousands of visitors each year. Besides displaying its own treasures, it organizes temporary exhibitions and lends artefacts to exhibitions both in Greece and abroad. It also functions as a research center for scientists and scholars from around the world and participates in special educational and other programs. An important feature is the availability of guided visits for people with hearing impediments. The Museum functions as a Special Regional Service of the Ministry of Culture and its five permanent collections are administered autonomously.
The National Archaeological Museum was founded at the end of the nineteenth century to house and safeguard antiquities from all over Greece and to promote their historical, academic and artistic value to the world. The first Greek archaeological museum was established in 1829 by Prime Minister I. Kapodistrias and housed in the Aigina Orphanage. However, the transfer of the nation’s capital from Nauplion to Athens and the increasing number of archaeological discoveries during the subsequent decades necessitated the creation of a purpose built archaeological museum in the new capital. Several plans and locations were proposed by Greek and foreign architects who were working on the reconstruction of Athens. The plans of L. Lange and P. Kalkos were approved and the museum was built on a plot donated by Eleni Tositsa. E. Ziller did the final landscaping. The Greek state, the Archaeological Society and Nikolaos Vernardakis, a wealthy expatriate in Russia, financed the project. The core of the building was completed in 1889; the east wing was added in 1903-1906, and architect G. Nomikos appended a two-storey annex on the east side of the main building in 1932-1939.
The transfer of antiquities to the museum began in 1874, after the completion of the west wing and during the construction of the central core. The most important finds from Greece had already been transferred to the museum by the time the main building was completed in 1889. The antiquities of the Archaeological Society were handed over by 1893. The collections were also enriched by important donations at this time, such as that of the Egyptian Collection of Ioannis Dimitriou in 1890.
The National Archaeological Museum was founded by presidential decree on August 9, 1893 (Greek Government Journal I, 152, ‘On the organization of the National Archaeological Museum’). Its purpose was ‘the study and teaching of the science of archaeology, the propagation of archaeological knowledge and the cultivation of a love for the Fine Arts’. Its collections were segregated into: Sculpture, Vases, Clay and Bronze Figurines and other Ancient Figurines made of various materials, Inscriptions, which later went to the Epigraphic Museum, Pre-Hellenic (the Mycenaean collection), and Egyptian. The museum was also equipped with conservation laboratories and a cast workshop.
With the declaration of the Second World War in 1939, the museum’s antiquities were stored for safety in the museum itself, the vaults in the Bank of Greece and in natural grottos. At the end of the war, the museum’s director Christos Karouzos undertook the re-exposition of the exhibits and the architect P. Karantinos remodeled the exhibition spaces. During that time the temporary display was limited to ten rooms of the east wing. Christos and Semni Karouzou completed the re-exposition in 1964, having created an exemplary display of the development of ancient Greek art from prehistory to the Roman period. The unique Greek collection of Egyptian antiquities was exhibited for the first time thirty years later, in 1994.
ΠΗΓΗ:http://odysseus.culture.gr
https://www.facebook.com/namuseumathens/?locale=el_GR