Το κάστρο της Μυτιλήνης καταλαμβάνει το υψηλότερο σημείο της χερσονήσου στο βορειοανατολικό άκρο της πόλης. Στην αρχαιότητα και μέχρι τους πρώτους βυζαντινούς χρόνους η σημερινή χερσόνησος ήταν νησί, που χωριζόταν από την υπόλοιπη Λέσβο με τον λεγόμενο «Εύριπο των Μυτιληναίων?, το κανάλι που διατρέχοντας περίπου το δρόμο της σημερινής αγοράς ένωνε τα δύο λιμάνια της πόλης.
Το βυζαντινό κάστρο έχει καταλάβει τη θέση της αρχαίας ακρόπολης, η μορφή της οποίας μας είναι άγνωστη κατά την περίοδο της κλασσικής, ελληνιστικής και ρωμαϊκής αρχαιότητας.
Η παλαιότερη φάση κατασκευής του κάστρου ανάγεται στον 6ο αιώνα και στην ευρεία οικοδομική δραστηριότητα του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, ωστόσο τα λιγοστά ιστορικά και ανασκαφικά στοιχεία δεν μας επιτρέπουν την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων.
Η πρώτη μνεία για την ύπαρξη του κάστρου προέρχεται από μια πατριαρχική συνοδική απόφαση του 1324, η οποία αναφέρει ένα μετόχι της μονής των Οσίων Πατέρων Δαφνέας μέσα στο Κάστρο της Μυτιλήνης.
Από τη βυζαντινή φάση σώζονται σήμερα μόνο τρία τμήματα: μία βυζαντινή πυλίδα στη βόρεια πλευρά των τειχών, ο ανατολικός τοίχος του κεντρικού οχυρωματικού περιβόλου και η δεξαμενή στο μεσαίο κάστρο.
Στα 1355 η Λέσβος παραχωρείται ως προίκα στην αδελφή του αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου, κατά τον γάμο της με τον Francisco Gattelusio. Η ηγεμονία του οίκου των Gattelusi θα διαρκέσει μέχρι το 1462.
Από τα πρώτα έργα που πραγματοποιούν οι νέοι ηγεμόνες είναι η ανακαίνιση του κάστρου, το 1373, όπως μας πληροφορεί η λατινική επιγραφή που είναι εντοιχισμένη πάνω από τη Μεσαία (Δυτική) πύλη. Η νέα οχύρωση ακολουθεί σε γενικές γραμμές την προϋπάρχουσα βυζαντινή. Ο χώρος διαρθρώνεται σε δύο τμήματα, το σημερινό Πάνω και το Μεσαίο Κάστρο, ενώ ο ντόπιος πληθυσμός κατοικεί στο οχυρωμένο προάστιο του Μελανουδίου.
Ο δυνατός σεισμός του 1384 υπήρξε καταστροφικός για την πόλη και το κάστρο. Από τη βασιλική οικογένεια επιβίωσε μόνο ο μικρότερος γιος Giacomo.
Μέχρι και το 1403 δεν φαίνεται να αποκαταστάθηκαν οι ζημιές που προκάλεσε ο σεισμός. Οι δύο τελευταίοι Γατελούζοι, ο Δομένικος (1445-1458) και ο αδερφός του Νικόλαος (1458-1462) πραγματοποίησαν εργασίες ενίσχυσής του. Επί Δομένικου τοποθετήθηκαν τα πρώτα κανόνια ενώ επί Νικολάου διαμορφώθηκαν προμαχώνες και ενισχυτικά τείχη, πολεμίστρες, τάφροι και παρατηρητήρια. Από την γενουατική φάση του κάστρου σώζονται σήμερα ο κεντρικός οχυρωματικός περίβολος (Donjon) και τα ερείπια της εκκλησίας του Αγ. Ιωάννη.
Το Σεπτέμβριο του 1462 οι Οθωμανοί κατέλαβαν την πόλη της Μυτιλήνης, ύστερα από μία σύντομη αλλά βίαιη πολιορκία.
Το 1501, επί Σουλτάνου Bayezid και μετά τις καταστροφές που υπέστη το Κάστρο κατά τη διάρκεια του Ενετοτουρκικού Πολέμου (1499-1504), επισκευάστηκαν οι κατεστραμμένες οχυρώσεις του βόρειου λιμανιού, κατασκευάστηκαν δύο μεγάλοι στρογγυλοί οχυρωματικοί πύργοι με κανονιοθυρίδες και αναπτύχθηκαν νέα τείχη.
Νέες κατασκευές εκσυγχρονισμού του κάστρου αναλήφθηκαν το 1643/44 από τον Μπεκήρ πασά, επί των ημερών του σουλτάνου Ιμπραήμ Χαν, ίσως εν όψει του Κρητικού πολέμου είτε εξαιτίας καταστροφής από σεισμό. Πραγματοποιήθηκαν επισκευές των τειχών και ανέγερση ενός νέου τείχους μπροστά από το υφιστάμενο μεσαιωνικό. Μπροστά από τις νέες αυτές κατασκευές δημιουργήθηκε μια βαθιά και πλατιά τάφρος.
Το 1756 ο ναύαρχος Κουραματζής πρόσθεσε ένα πολυγωνικό πύργο κοντά στο λιμάνι της Επάνω Σκάλας.
Νέες εκτεταμένες επισκευαστικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν, ύστερα από σεισμό, στα 1765/66.
Στη διάρκεια του 19ου αιώνα η λειτουργία και ο χαρακτήρας του κάστρου είχαν πλέον μεταβληθεί. Το κάστρο προσέλαβε περισσότερο στρατιωτικό χαρακτήρα, όπως υποδεικνύουν οι στρατώνες που κατασκευάστηκαν κοντά στον μενδρεσέ και η γειτονική πυριτιδαποθήκη.
Η Λέσβος περιήλθε στο Ελληνικό κράτος στις 8 Νοεμβρίου του 1912. Το εντός των τειχών τμήμα συνέχισε να κατοικείται μέχρι και λίγο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Από τη δεκαετία του ’70 το κάστρο αποκτά τη λειτουργία μνημείου, επισκευάζεται και συντηρείται.
Το κάστρο της Μυτιλήνης καταλαμβάνει έκταση περίπου 60 στρεμμάτων και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα κάστρα της Μεσογείου. Η σημερινή μορφή του είναι αποτέλεσμα της οικοδομικής δραστηριότητας των Γατελούζων που κυριάρχησαν στο νησί κατά την περίοδο 1355-1462 και των Οθωμανών που κατέλαβαν τη Λέσβο από το 1462 έως το 1912 ενώ από τη βυζαντινή φάση σώζονται σήμερα μόνο τρία τμήματα: μία βυζαντινή πυλίδα στη βόρεια πλευρά των τειχών, ο ανατολικός τοίχος του κεντρικού οχυρωματικού περιβόλου και η δεξαμενή στο μεσαίο κάστρο.
Η διάταξή του ακολουθεί τη μορφολογία της χερσονήσου. Διαιρείται σε τρία τμήματα: το Άνω, το Μεσαίο και το Κάτω Κάστρο.
Το Άνω Κάστρο είναι προσιτό από την κεντρική διπλή πύλη στη νότια πλευρά του. Στο βορειοανατολικό προμαχώνα της πύλης είναι εντοιχισμένες μαρμάρινες πλάκες με τα εμβλήματα των Γατελούζων και των Παλαιολόγων καθώς και μία τούρκικη επιγραφή. Στα δεξιά της εισόδου υψώνεται ο κεντρικός οχυρωματικός περίβολος. Στο χώρο αυτό βρίσκονται τα σημαντικότερα διοικητικά και θρησκευτικά κτίσματα του κάστρου. Περιλαμβάνει πέντε πύργους που ορίζουν ένα ορθογώνιο αίθριο χώρο και δύο δωμάτια στην ανατολική πλευρά του. Στον κεντρικό δυτικό πύργο υπάρχει αφιερωματική πλάκα με τα οικόσημα των Γατελούζων και των Παλαιολόγων. Στην κατασκευή του χρησιμοποιήθηκε αρχαίο οικοδομικό υλικό προερχόμενο από κτήρια που είχαν παρακμάσει την εποχή αυτή όπως το θέατρο της Μυτιλήνης. Στην εσωτερική αυλή του Περιβόλου διατηρείται από την οθωμανική περίοδο η πυριτιδαποθήκη, στο ισόγειο της οποίας διέμενε η τούρκικη φρουρά. Εξωτερικά του Περιβόλου και σε μικρή απόσταση από αυτόν υπάρχουν τα ερείπια του Κουλέ τζαμί, κτισμένο πάνω σε μια μεγάλη τρίκλιτη βασιλική η οποία πιθανότατα ταυτίζεται με τον ναό του Αγ. Ιωάννη και χρησίμευε ως ταφική εκκλησία των Γατελούζων ηγεμόνων και της οικογένειας τους. Στην παραπάνω υπόθεση συνηγορούν οι ταφές που αποκαλύφθηκαν ανατολικά και δυτικά του ναού και η σαρκοφάγος όπου κατά την παράδοση τάφηκε ο Φραγκίσκος Α΄ και η Μαρία Παλαιολογίνα.
Στα βόρεια του τζαμιού οι ανασκαφές έφεραν στο φως ιερό Δήμητρας και Κόρης που τεκμηριώνει την κατοίκηση της περιοχής κατά την αρχαιότητα. Στον ίδιο χώρο υπάρχουν ενδείξεις και για τη λατρεία της θεάς Κυβέλης.
Στο Μεσαίο Κάστρο η είσοδος γίνεται και μέσω μιας ακόμη πύλης, της Ορτά Καπού. Ο χώρος αυτός περιλαμβάνει πολλά θρησκευτικά και κοσμικά κτήρια της οθωμανικής περιόδου τα οποία διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Από τα θρησκευτικά κτήρια ξεχωρίζει ο Τεκές (οθωμανικό μοναστήρι) και ο Μενδρεσές (Οθωμανικό Ιεροδιδασκαλείο) που περιελάμβανε ένα δημόσιο μαγειρείο-πτωχοκομείο (Imaret) στο ισόγειο και δέκα τρουλοσκέπαστα κελιά δερβίσηδων και μια μεγάλη αίθουσα προσευχής και διδασκαλίας στον όροφο. Με την θρησκευτική ζωή των μουσουλμάνων σχετίζεται και το λουτρό που παράλληλα όμως εξυπηρετούσε και τις καθημερινές ανάγκες υγιεινής. Από τα κοσμικά κτήρια ενδιαφέρον παρουσιάζει η Πυριτιδαποθήκη, κατασκευασμένη εξ’ ολοκλήρου από πέτρες για την αποφυγή κινδύνου ανάφλεξης και το Στρατιωτικό Νοσοκομείο-Φυλακές. Τέλος τις ανάγκες ύδρευσης εξυπηρετούσαν οι κρήνες και η δεξαμενή χωρητικότητας 400 κυβικών νερού. Η δεξαμενή που καταλαμβάνει τη θέση δημόσιου ρωμαϊκού κτίσματος διακρίνεται για τις πολλές οικοδομικές φάσεις της, μια εκ των οποίων ανάγεται στη βυζαντινή εποχή.
Το Κάτω Κάστρο αποτελεί προσθήκη του 1644 από τον Ιμπραήμ Χαν με σκοπό την προστασία του βόρειου λιμένα και τη σύνδεση του με το κάστρο. Η είσοδος σε αυτό γινόταν από διπλή πύλη στη βόρεια πλευρά, η οποία γκρεμίστηκε το 1960 για να καταστεί δυνατή η διέλευση των οχημάτων. Στο χώρο υπήρχαν περίπου 80 κατοικίες για τις ανάγκες του οθωμανικού στρατού. Σήμερα σώζονται κάποιες από τις οικίες αυτές, ένα λουτρό και μία κρήνη.
Castle of Mytilene, Lesvos Island
ΠΗΓΗ:http://odysseus.culture.gr/ Συντάκτης Σ. Γεωργιάδου, Αρχαιολόγος
https://www.efales.gr/