Στην αρχαιότητα, η φήμη της Σαμοθράκης προερχόταν από τη μυστηριακή της λατρεία των Μεγάλων Θεών, οι τελετές μύησης των οποίων υπόσχονταν προστασία στη θάλασσα και την ευκαιρία «γίνεσθαι κα? ε?σεβεστέρους κα? δικαιοτέρους κα? κατ? π?ν βελτίονας ?αυτ?ν το?ς τ?ν μυστηρίων κοινωνήσαντας» (Διόδωρος). Το ίδιο το ιερό έχει την αναμφισβήτητη αύρα του ιερού χώρου, ο οποίος φιλοξένησε γεγονότα που διαμόρφωσαν την αρχαία μυθολογία και ιστορία. Η μυθική οικογένεια του νησιού έδωσε τους γεννήτορες του Τρωικού γένους, εδώ γνωρίστηκαν οι γονείς του Μεγάλου Αλεξάνδρου και εδώ κατέφυγε ο τελευταίος Μακεδόνας βασιλιάς κυνηγημένος από τους Ρωμαίους. Η κοινότητα των μυημένων στη Σαμοθράκη κρατούσε απόρρητη τη φύση των τελετών μύησης.
Όπως στα Μυστήρια της Ελευσίνας, όσοι έπαιρναν μέρος για πρώτη φορά στα Μυστήρια της Σαμοθράκης ονομάζονταν μύσται (από το ρήμα μύω = κλείνω τα μάτια) και όσοι συμμετείχαν για δεύτερη φορά ονομάζονταν ?πόπται (από τον μέλλοντα ?πόψομαι του ρήματος ?φοράω = επιβλέπω, παρατηρώ, βλέπω, στρέφω το βλέμμα προς). Ένας είδος προκαταρκτικής μύησης πιθανόν γινόταν στον Θεατρικό Κύκλο (25). Μετά την προκαταρκτική αυτή ιεροτελεστία, οι μύστες με δεμένα τα μάτια περιπλανιόντουσαν στο σκοτάδι σε αναζήτηση της θεάς Αρμονίας, κόρης του Δία και της Ηλέκτρας. Σύμφωνα με τη μυθολογία της Σαμοθράκης, την Αρμονία είχε απαγάγει ο Κάδμος στο πέλαγος, όταν, στη διάρκεια της αναζήτησης της αδελφής του Ευρώπης, πέρασε από τη Σαμοθράκη. Η Αρμονία σώθηκε και μεταφέρθηκε πάλι στο νησί από τ’ αδέρφια της, τον Δάρδανο και Ιασίονα/Ηετίωνα, μορφές που συνδέονται στενά με τα μυστήρια και με την πολύ γνωστή ιδιότητα των Μεγάλων Θεών, τη σωτηρία των ναυαγών. Η ευτυχής έκβαση της αναζήτησης της Αρμονίας είχε τη μορφή της επιφάνειάς της και ενός ιερού γάμου. Ο γάμος της Αρμονίας με τον Κάδμο αναπαριστανόταν στην ιεροτελεστία της Σαμοθράκης που διαδραματιζόταν μέσα στο Κτίριο του Τελετουργικού Χορού (17) και απεικονιζόταν στη ζωφόρο που το περιέβαλλε.
Το Ιερό των Μεγάλων Θεών, όπου βρέθηκε το 1863 το περίφημο άγαλμα της Νίκης απέχει περίπου 400 μ. από τη σημερινή βορειοδυτική ακτή του νησιού και έχει έκταση 50 περίπου στρεμμάτων. Τα σημαντικότερα και αρχαιότερα κτίρια συνωστίζονται στη ομαλή πλαγιά ανάμεσα σε δυο ρέματα: το Κτίριο του Τελετουργικού Χορού (γύρω στο 340 π.Χ.), η Αυλή του Βωμού (340-330 π.Χ. περίπου), το Ανάθημα των Φιλίππου Γ΄ και Αλεξάνδρου Δ΄ (323-317 π.Χ.), η Θόλος της Αρσινόης Β΄ (288-270 π.Χ.). Στο δυτικό τμήμα του χώρου βρίσκονται η Στοά (πρώτο μισό του 3ου αι. π.Χ.), το Νεώριον (δεύτερο τέταρτο του 3ου αι. π.Χ.), το Ανάθημα της Μιλησίας (δεύτερο μισό του 3ου αι. π.Χ.), και στην ανατολική άκρη το Πρόπυλο του Πτολεμαίου Β΄ (285-281 π.Χ.). Οι πρωιμότερες ενδείξεις θρησκευτικής δραστηριότητας χρονολογούνται στον 7ο αιώνα π.Χ., αλλά η κατασκευή μνημειακών κτιρίων άρχισε μόλις στον 4ο αιώνα π.Χ. και συνδέεται με τη γενναιοδωρία και τα πολιτικά ενδιαφέροντα του Μακεδονικού βασιλικού οίκου, ήδη από τη Βασιλεία του Φιλίππου Β΄. Το ιερό που γνώρισε τη μεγαλύτερή του δόξα στους 3ο και 2ο αιώνες π.Χ. εγκαταλείπεται προς το τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ. Η αρχαιολογική έρευνα έχει δώσει μια εικόνα της εξέλιξής του, μολονότι ούτε τα αρχαιολογικά δεδομένα ούτε τα κείμενα της αρχαίας γραμματείας είναι ικανά να διαπεράσουν τον πέπλο μυστικότητας που καλύπτει τα μυστήρια.
Παρόλο που εξερευνήθηκε ήδη από το 1444 , το Ιερό των Μεγάλων Θεών ανασκάφηκε συστηματικά για πρώτη φορά το 1873 και το 1875 από δυο Αυστριακές αποστολές με επικεφαλής τον A. Conze. Από το 1938 οι εργασίες στον χώρο διεξάγονται από το Ινστιτούτο Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (K. Lehmann, J. R. McCredie, B. D. Wescoat), από το 1964 με την εποπτεία της ΙΘ΄ Εφορείας Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων. Οι προσπάθειες αυτά τα χρόνια εστιάστηκαν στην ανασκαφή, δημοσίευση και παρουσίαση των μνημείων. Στη διάρκεια των τελευταίων 20 χρόνων η ΙΘ΄ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων έχει αναλάβει ενεργό ρόλο στη συντήρηση και διαχείριση του αρχαιολογικού χώρου.
Sanctuary of the Great Gods on Samothrace
In antiquity, the fame of Samothrace emanated from its mystery cult of the Megaloi Theoi, the Great Gods, whose rites of initiation promised protection at sea and the opportunity to “become a better and more pious person in all ways” (Diodorus). The Sanctuary itself has the unmistakable aura of sacred ground. Within its sacred space events occurred that shaped both the mythic and historical ancient world. The island’s legendary family sired the Trojan race; here, the parents of Alexander the Great first met and the last Macedonian king held out against the Romans. The nature of the rites of initiation was held in silent trust by the community of initiated.
As in the Mysteria of Eleusis, first-time participants in the Samothracian Mysteries were called mystai and second-time participants were called epoptai . A kind of preliminary myesis (initiation) presumably took place at the Theatral Circle . After undergoing this preliminary rite, the initiates, blindfolded, wandered through the darkness in search of the goddess Harmonia, the daughter of Zeus and Electra, whom, according to the Samothracian legend, Kadmos had carried, presumably by sea, when, in the course of his quest for Europa, he sailed by Samothrace. Harmonia was saved and brought back to Samothrace by her brothers, Dardanus and Iasion/Eetion, figures closely associated with the mysteries and with (the well-known role of the Great Gods) saving people in peril at sea. The happy outcome of the search for Harmonia, taking the form of her epiphany and of a sacred marriage, the wedding of Kadmos and Harmonia, was represented in the rite of Samothrace, enacted within the great Hall of Choral Dancers and reflected in the frieze which surrounded the building.
The Sanctuary of the Great Gods, where the famous statue of Nike (Nike Precict) was found in 1863, covers an area of ca. 12 acres, ca. 400 m. from the present NW coast of the island. The most important and earlier structures are crowded together on the gentle slope between two streams: the Hall of Choral Dancers (340 BC), the Altar Court (340-330 BC), the Hieron (325-150 BC), the Dedication of Philip III and Alexander IV (323-317 BC), the Rotunda of Arsinoe II (288-270 BC). On the western periphery of the site the Stoa (first half of the 3rd c. BC), the Neorion (second quarter of the third c. BC), the Milesian Dedication (second half of the 3rd c. BC), and on its eastern extremity the Propylon of Ptolemy II 285-281 BC) are located. Indications of religious activity date from the 7th century BC, but construction of monumental buildings began only in the 4th century BC and is associated with the munificence and the political interests of the royal house of Macedon, already from the reign of Philip II. The sanctuary, which attained its greatest glory in the 3rd and 2nd centuries BC, was abandoned towards the end of the 4th century AD. Archaeological research has provided a picture of its development, although neither archaeological data nor literature are able to penetrate the veil of secrecy that covers the mysteries.
Although explored as early as 1444 (Cyriac of Ancona), the Sanctuary was first systematically excavated in 1873 and 1875 by two Austrian expeditions directed by A. Conze. Since 1938, work at the site has been conducted under the auspices of the Institute of Fine Arts of New York University (K. Lehmann, J. R. McCredie, B. D. Wescoat) supervised since 1964 by the ΙΘ΄ Ephorate of Prehistoric and Classical Antiquities. Efforts have been directed toward excavation, publication, and presentation of the ancient monuments. During the last two decades the ΙΘ΄ Ephorate of Prehistoric and Classical Antiquities has undertaken an active role in conservation and site management.
ΠΗΓΗ:http://odysseus.culture.gr Συντάκτης Δημήτρης Μάτσας