Το Α΄ αρχαίο θέατρο της Λάρισας, από τα σημαντικότερα και μεγαλύτερα του ελληνικού χώρου, κατασκευάσθηκε στις νότιες υπώρειες του λόφου Φρούριο, όπου βρισκόταν η οχυρωμένη ακρόπολη της αρχαίας πόλης. Μάλιστα, φαίνεται ότι ήταν ενταγμένο στον πολεοδομικό ιστό της αρχαίας Λάρισας, καθώς οι δρόμοι των παρόδων του αποτελούσαν συνέχεια των μεγάλων δημόσιων πομπικών οδών της. Σύμφωνα με επιγραφικές μαρτυρίες, η κατασκευή του ανάγεται στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. Στους πρώτους αιώνες λειτουργίας του, εκτός από χώρος για την τέλεση θεατρικών παραστάσεων, χρησιμοποιήθηκε και για τις συνελεύσεις του ανώτατου διοικητικού οργάνου της περιοχής, του Κοινού των Θεσσαλών. Στο τέλος του 1ου αι. π.Χ. μετατράπηκε σε ρωμαϊκή αρένα και με αυτή τη μορφή συνέχισε να λειτουργεί μέχρι το τέλος του 3ου αι. μ.Χ., ενώ την περίοδο αυτή, οι θεατρικές παραστάσεις και άλλες εκδηλώσεις πραγματοποιούνταν στο λιτό Β΄ αρχαίο θέατρο της πόλης.
Μέχρι πρόσφατα το μεγαλύτερο μέρος του θεάτρου βρισκόταν κάτω από ιδιωτικά οικόπεδα και κατοικίες, αλλά με τις εκσκαπτικές εργασίες των τελευταίων ετών αποκαλύφθηκε σχεδόν ολόκληρο. Πρόκειται για τεράστιο μνημείο, κτισμένο σχεδόν αποκλειστικά από μάρμαρο, με πλούσιο πλαστικό διάκοσμο. Το κοίλο αποτελούσε η ίδια η πλαγιά του λόφου, που είχε διαμορφωθεί σε αναβαθμούς για την τοποθέτηση των εδωλίων, τα οποία ήταν κατασκευασμένα από λευκό μάρμαρο, που προέρχεται από το αρχαίο λατομείο στο Καστρί Αγιάς. Το διάζωμα, ένας διάδρομος πλάτους 2 μ., χώριζε το κοίλο στο κάτω ή κυρίως θέατρο και στο επιθέατρο. Το επιθέατρο έχει καταστραφεί στο μεγαλύτερο μέρος του, αλλά γνωρίζουμε ότι με 20 κλιμακίδες ανόδου χωριζόταν σε 22 κερκίδες, με 14 ως 18 σειρές εδωλίων η καθεμιά. Στα πλαϊνά του ήταν πιο περιορισμένο, δημιουργώντας χώρο για ράμπα ή κλίμακα για την άνοδο των θεατών. Το κυρίως θέατρο χωριζόταν με 10 κλιμακίδες ανόδου σε 11 κερκίδες, η καθεμιά από τις οποίες διέθετε 25 σειρές εδωλίων. Το πέρας του κυρίως θεάτρου προς την ορχήστρα ήταν κατασκευασμένο με μαρμάρινους κυβόλιθους, που χρησίμευαν για την αντιστήριξη των κερκίδων. Κατά τη μετατροπή του θεάτρου σε αρένα, τον 1ο αι. π.Χ., αφαιρέθηκαν οι τέσσερις πρώτες σειρές εδωλίων για να διευρυνθεί η ορχήστρα κατά 4 μ. περίπου, ενώ επάνω στην παλαιά πέμπτη σειρά, που έγινε πλέον πρώτη, τοποθετήθηκαν μαρμάρινα ενεπίγραφα θυρώματα σε δεύτερη χρήση. Τα εδώλια που αφαιρέθηκαν, τοποθετήθηκαν για στατικούς λόγους κάτω από τα θυρώματα. Στόχος αυτών των μετατροπών ήταν η προστασία των θεατών. Μπροστά από το κατώτατο τμήμα του κυρίως θεάτρου και περιμετρικά της ορχήστρας βρέθηκε κτιστός αποχετευτικός αγωγός, πλάτους 1 μ., καλυμμένος με λειασμένες μαρμάρινες πλάκες. Ο αγωγός διαπερνά τη θεμελίωση της σκηνής με δύο εξόδους και κάπου πίσω από αυτή θα έστριβε προς τον Πηνειό ποταμό. Η ορχήστρα δεν έχει ακόμα ανασκαφεί, αλλά υπολογίζεται ότι είχε διάμετρο μεγαλύτερη από 25 μ. Οι δύο πάροδοι, μαζί με τους αναλημματικούς τοίχους τους, που αποτελούνται από λειασμένους κυβόλιθους λευκού μαρμάρου, αν και δεν έχουν αποκαλυφθεί πλήρως, διατηρούνται σε άριστη κατάσταση.
Η σκηνή, που αποτελείται από τέσσερα δωμάτια με τρεις εισόδους ανάμεσά τους, είναι το καλύτερα διατηρημένο τμήμα του θεάτρου. Σε αυτή διακρίνονται τρεις οικοδομικές φάσεις. Στην πρώτη (πρώτο μισό του 3ου αι. π.Χ.), που είναι σύγχρονη με την κατασκευή του θεάτρου, οι τοίχοι ήταν κτισμένοι με λαξευτούς πωρόλιθους και κοσμούνταν με ζωγραφικούς πίνακες. Τα δυο πλαϊνά δωμάτια είχαν ανεξάρτητες εισόδους από το νότιο τοίχο και ήταν απλώς σκευοθήκες, ενώ τα δύο εσωτερικά δωμάτια επικοινωνούσαν με εσωτερικές θύρες και ήταν χώροι για την ετοιμασία των υποκριτών. Στη δεύτερη φάση (πρώτο μισό του 2ου αι. π.Χ.), μπροστά στη σκηνή, προς την πλευρά της ορχήστρας, προστέθηκε το προσκήνιο, συνολικού μήκους 20 μ. και πλάτους 2 μ. Είχε έξι παραστάδες και έξι μονολιθικούς δωρικούς ημικίονες σε παράταξη, και επάνω στην κιονοστοιχία του στηριζόταν δωρικός θριγκός, ενώ όλη η κατασκευή υποβάσταζε ένα ξύλινο πατάρι, το λογείο, όπου έπαιζαν οι υποκριτές. Στην τρίτη οικοδομική φάση, των αρχών του 1ου αι. μ.Χ., η σκηνή υπέστη σοβαρή αλλοίωση, που σχετιζόταν και με τη μετατροπή του θεάτρου σε αρένα. Τότε προστέθηκαν πολυτελείς μαρμάρινες επενδύσεις, ημικίονες, πεσσοί και γλυπτά, καθώς και δεύτερος όροφος, για τη μορφή του οποίου δεν υπάρχουν ακόμη αρκετά στοιχεία.
Το θέατρο ήταν ορατό στο ανώτερο μέρος του μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, ωστόσο ύστερα από το σεισμό που έγινε στη Λάρισα το 1868, το κοίλο καλύφθηκε με τα ερείπια των πλινθόκτιστων σπιτιών που καταστράφηκαν, και επάνω στην επίχωση αυτή οικοδομήθηκαν νέα κτήρια. Επί πλέον, όσο το μνημείο ήταν ορατό, πολλοί λίθοι του απομακρύνθηκαν για να χρησιμοποιηθούν ως οικοδομικό υλικό. Οι ανασκαφές για την αποκάλυψή του ξεκίνησαν το 1910, με τον τότε Έφορο Αρχαιοτήτων Απόστολο Αρβανιτόπουλο, που έφερε στο φως ένα μέρος της σκηνής. Αποφασιστικής σημασίας για την αποκάλυψη του μνημείου, όμως, υπήρξε το ευρύτατο πρόγραμμα απαλλοτριώσεων, που άρχισε το 1990, συνεχίσθηκε το 1998 και ολοκληρώθηκε το 2000.
Arcaeological site of Fort of Larissa, Ancient Theatre A of Larissa
A highly notable and large theatre on Greek ground, the First Ancient Theatre of Larissa was built on the slope of Frourio hill (or ‘Fortress’ hill), at the fortified citadel of the ancient city. Apparently, it was fitted into the city web of ancient Larissa, as its parodoi (passageways, public entrances) were linked to the city’s large processional ways. According to inscription testimonies, the construction dates to the early third century BC. During the first centuries, the theatre served a dual purpose: apart from theatrical performances, it also hosted the assemblies of the senior regional authority, the so called ?Koinon? of the Thessalians. At the end of the first century BC it was transformed into a roman arena and thus stayed in use until the late third century AD, whereas theatrical performances and other events took place in the town’s inornate Second Ancient Theatre.
Until recently, the largest part of the theatre had been lying under private plots and residences, but thanks to excavation works in recent years, it came to light almost in its entirety. The huge monument built almost exclusively of marble, has a rich plastic decoration. A natural hill cavity hosted the stepped cavea (gr.: koilo, auditorium) with seats of white marble produced at the old quarry of Kastri hill, at Aghi? district. The diazoma (landing), a 2m wide corridor, divided the cavea into the lower section (main theatre) and the upper section (epitheatro). The major part of the latter has been destroyed, but we know that it was divided by 20 staircases into 22 cunei, comprising 14 to 18 rows of seats each. The epitheatro was narrower on the sides, thus providing enough space for a ramp or staircase. The main theatre was divided by 10 staircases into 11 cunei, each cuneus counting 25 rows of seats. The end of the main theatre, which led to the orchestra, was built out of marble blocks in order to support the tiers. During the theatre’s conversion into an arena (first century BC), the first four rows of seats were removed in order to extend the orchestra for another 4m approximately, while on the previous fifth row, which became the first, were placed inscribed re-used marble doorframes. The seats removed were installed under the doorframes for reasons of static. These transformations aimed at the protection of spectators. In front of the main theatre’s lowest part, an enclosed conduit, 1m in width, covered with smoothed marble slabs, surrounded the orchestra and penetrated the foundation of the two-exit scene; somewhere behind the scene it would turn to Peneus (Pini?s) river. Although not yet excavated, the orchestra has an estimated diameter over 25m. The two parodoi, together with their retaining walls of smoothed white marble blocks, though not entirely uncovered, are maintained in excellent condition.
The best preserved part is the scene, consisting of four rooms communicating through three entrances, and built in three phases. The first phase (first half of the third century BC) coincides with the construction of the theatre: the walls were built with carved poros stones and were adorned with paintings. The two lateral rooms had independent entries from the south wall and were simply used for storage, while the two internal rooms, communicating through internal doors, served for the preparation of actors (hypokrites). In the second phase (first half of the second century BC), to the side of the orchestra was added the proscenium (front of stage) with a total length of 20m and width of 2m. It had six jambs and six monolithic engaged Doric columns in line, and a Doric entablature on its colonnade; the whole construction was supporting a wooden tribune called ?logeio?, where the actors performed. During the third phase (early first century AD), the scene suffered serious alteration, also related to the conversion of the theatre into an arena. At that time were added luxurious marble overlays, engaged columns, pillars and sculptures, as well as a second floor, but present evidence about its form is sparse.
The upper part of the theatre was visible until the mid nineteenth century; yet, after the earthquake in Larissa in 1868, the cavea was covered by the ruins of brick houses destroyed, while new buildings were built on the consequent embankment. Moreover, as long as the monument had been visible, many of its stones were removed to be used as building material. In order to uncover the theatre, the then Ephor of Antiquities Apostolos Arvanitopoulos started the excavations in 1910, and brought to light part of the scene. The revelation of the monument was largely due to the broader expropriation programme that began in 1990, continued in 1998 and was completed in the year 2000.
ΠΗΓΗ:http://odysseus.culture.gr/Συντάκτης ΙΕ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων
http://larisa.culture.gr/