Αρχαιολογικός χώρος Ασκληπιείου Επιδαύρου, Αργολίδα
Κατηγορία
Archaeological site
Τοποθεσία
Argolis
Λέξη-κλειδί
ΑΡΓΟΛΙΔΑ
Βαθμολογία
0/5
Ανεσεις/παροχες
e-ticket
Free Parking
People with Disabilities
Shop
WC
περιγραφη

Στην ενδοχώρα της Επιδαύρου, σε μία περιοχή με ήπιο κλίμα και άφθονα πηγαία ιαματικά νερά, βρισκόταν το Ασκληπιείο, η έδρα του θεού ιατρού της αρχαιότητας και το σημαντικότερο θεραπευτικό κέντρο όλου του ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου. Ήταν το κύριο ιερό της μικρής παραθαλάσσιας πόλης της Επιδαύρου, αλλά η φήμη του και η αναγνώριση της σημασίας του γρήγορα ξεπέρασαν τα όρια της Αργολίδας και θεωρήθηκε από όλους τους Έλληνες ο τόπος όπου γεννήθηκε η ιατρική. Περισσότερα από διακόσια ιαματικά κέντρα σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο θεωρούνταν ιδρύματά του. Τα μνημεία του αποτελούν σήμερα όχι μόνο παγκοσμίου φήμης αριστουργήματα της αρχαίας ελληνικής τέχνης, αλλά και εξαιρετική μαρτυρία για την άσκηση της ιατρικής στην αρχαιότητα. Σε αυτά αποτυπώθηκε η εξέλιξη της ιατρικής από τη φάση κατά την οποία η ίαση εξαρτιόταν αποκλειστικά από το θεό έως τη μετατροπή της σε επιστήμη, με τη συστηματική καταγραφή περιστατικών και τη σταδιακή συγκέντρωση γνώσης και πείρας.
Ο τόπος ήταν αφιερωμένος σε θεότητες με θεραπευτικές ιδιότητες ήδη από την προϊστορική εποχή. Στο λόφο Κυνόρτιον, που υψώνεται πίσω από το θέατρο, στα βορειοανατολικά, κατά τη μυκηναϊκή εποχή υπήρχε ιερό, στο οποίο λατρευόταν μία θεά συνδεμένη με την ίαση. Το ιερό αυτό, που ήταν ασυνήθιστα μεγάλο για την εποχή, δημιουργήθηκε το 16ο αι. π.Χ. πάνω στα κατάλοιπα ενός οικισμού της Πρώιμης και της Μέσης Εποχής του Χαλκού (2800-1800 π.Χ.) και διατηρήθηκε έως τον 11ο αι. π.Χ. Γύρω στο 800 π.Χ. ιδρύθηκε στην ίδια θέση ιερό αφιερωμένο στον Απόλλωνα, θεό με θεραπευτικές ιδιότητες, που λατρευόταν εδώ ως Απόλλωνας Μαλεάτας. Η λατρεία του κυρίως θεραπευτή θεού, του Ασκληπιού, που η μυθική παράδοση τον παρουσιάζει ως αυτόχθονα γιο του Απόλλωνα και της εγγονής του βασιλιά της Επιδαύρου Μάλου, της Κορωνίδας, καθιερώθηκε κατά τον 6ο αι. π.Χ. Η λατρεία του θεού προστάτη της ανθρώπινης υγείας και της προσωπικής ευτυχίας απέκτησε φήμη που εξαπλώθηκε ραγδαία. Ο αριθμός των προσκυνητών ολοένα αυξανόταν και το ιερό στο Κυνόρτιο δε επαρκούσε πλέον για τις ανάγκες της λατρείας, έτσι, άρχισε η ανάπτυξη ιερού και στην πεδινή περιοχή, περίπου 1 χλμ. στα νοτιοδυτικά του Κυνορτίου, στον τόπο όπου κατά το μύθο γεννήθηκε ο Ασκληπιός. Τα δύο ιερά, αφιερωμένα το ένα στον Απόλλωνα Μαλεάτα και το άλλο στον Ασκληπιό, εξελίχθηκαν παράλληλα, με την επίσημη ονομασία «ιερόν Απόλλωνος Μαλέατα και Ασκλαπιού».
Το νέο ιερό στην κοιλάδα οργανώθηκε γύρω από το Ιερό Φρέαρ (που αργότερα ενσωματώθηκε στη στοά του Αβάτου) και στο χώρο του κτηρίου Ε, όπου υπήρχε ο πρώτος βωμός τέφρας και ο χώρος των τελετουργικών γευμάτων. Το φρέαρ ήταν βασικό στοιχείο της ίασης, που επιτυγχανόταν με τη διαδικασία της κάθαρσης και της «εγκοίμησης» κοντά στο νερό, ως μίμηση του τρόπου με τον οποίο οι θεϊκές δυνάμεις εξασφάλιζαν την ανανέωσή τους, επιστρέφοντας με τον περιοδικό θάνατο μέσα στη γη, στην πηγή της ζωής, από την οποία επανέρχονταν αναγεννημένοι. Ο θεός συμβούλευε τον ασθενή κατά την εγκοίμηση, δηλαδή τον ύπνο που αντιστοιχούσε στον περιοδικό θάνατο, σχετικά με τη θεραπεία που έπρεπε να ακολουθήσει.
Κατά τον 4ο και τον 3ο αι. π.Χ. οι γενικευμένες πολεμικές συρράξεις οδήγησαν τους ανθρώπους να αναζητήσουν ακόμη περισσότερο την προστασία και τη βοήθεια του Ασκληπιού και το ιερό του φιλάνθρωπου θεού έγινε από τα πλουσιότερα της εποχής. Τότε πραγματοποιήθηκαν μεγάλα έργα ανοικοδόμησης τόσο στο ορεινό όσο και στο πεδινό ιερό και οικοδομήθηκαν τα σημαντικότερα μνημεία: στο πεδινό ιερό ο ναός του Ασκληπιού, το Άβατον, η θόλος και το θέατρο, το εστιατόριο, το ξενοδοχείο και το στάδιο, ενώ στο ορεινό ιερό ο κλασικός ναός και ο βωμός του Απόλλωνα, η μεγάλη στοά, η κατοικία των ιερέων και το τέμενος των Μουσών. Μετά την περίοδο των μεγάλων καταστροφών που προκάλεσαν ο Σύλλας και οι Κίλικες πειρατές τον 1ο αι. π.Χ., το Ασκληπιείο γνώρισε νέα άνθηση στους αυτοκρατορικούς χρόνους, ιδίως στο β΄ μισό του 2ου αι. μ.Χ., οπότε ο Ρωμαίος συγκλητικός Αντωνίνος χρηματοδότησε την οικοδόμηση νέων κτηρίων και την ανανέωση παλαιών. Τότε επισκέφθηκε το ιερό ο περιηγητής Παυσανίας, που το περιέγραψε με λεπτομέρεια και θαύμασε τα μνημεία του (2.26 κ.εξ.). Κατά τους δύο επόμενους αιώνες ο χώρος υπέστη και άλλες καταστροφικές εισβολές, με κυριότερη αυτή των Γότθων, το 267 μ.Χ. Το πεδινό ιερό αναδιοργανώθηκε άλλη μία φορά στα μέσα του 4ου αι. μ.Χ., όποτε ο κεντρικός του χώρος διαμορφώθηκε σύμφωνα με τα ρωμαϊκά πρότυπα σε μία περιμετρική στοά, στην οποία εντάχθηκαν τμήματα παλαιοτέρων κτηρίων. Η λατρεία συνεχίσθηκε ακόμη και μετά την επίσημη απαγόρευση της αρχαίας θρησκείας το 426 μ.Χ., αντίθετα από ό,τι συνέβη σε άλλα ιερά, έως την οριστική εγκατάλειψη του χώρου, μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του 522 και του 551 μ.Χ.
Οι πρώτες έρευνες στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου έγιναν από τη Γαλλική Επιστημονική Αποστολή της Πελοποννήσου το 1829. Συστηματικές ανασκαφές πραγματοποίησε ο Π. Καββαδίας, υπό την αιγίδα της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας το 1870-1926, αποκαλύπτοντας τα σημαντικότερα μνημεία του ιερού. Περιορισμένες ανασκαφές διενήργησε η Γαλλική Σχολή Αθηνών με τον G. Roux το 1942-1943 γύρω από το Άβατον και τα κτήρια Ε και Η, καθώς και η Αρχαιολογική Υπηρεσία με τον Ι. Παπαδημητρίου το 1948-1951. Τα έτη 1954-1963 πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες εργασίες αναστήλωσης του θεάτρου από τον Α. Ορλάνδο. Από το 1974 τις ανασκαφές ανέλαβε και πάλι η Αρχαιολογική Εταιρεία υπό τη διεύθυνση του Καθηγ. Β. Λαμπρινουδάκη στο ιερό του Απόλλωνα Μαλεάτα, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη έργα συντήρησης και ανάδειξης των μνημείων και των δύο ιερών από τη διεπιστημονική ομάδα που συγκροτήθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού το 1984 με την τότε ονομασία Ομάδα Εργασίας για τη Συντήρηση των Μνημείων της Επιδαύρου, σήμερα Επιτροπή για την Συντήρηση των Μνημείων της Επιδαύρου. Τα έργα που πραγματοποιούνται στο Ασκληπιείο έχουν αλλάξει ριζικά τη φυσιογνωμία του αρχαιολογικού χώρου, ενώ οι πρόσφατες ανασκαφικές έρευνες έφεραν στο φως στοιχεία σχετικά με τη γενική οργάνωση του χώρου, καθώς και τη χρονολόγηση, τη χρήση και τη λειτουργία πολλών κτηρίων.
Το Ασκληπιείο της Επιδαύρου περιλαμβάνει δύο ιερά, στα οποία λατρεύονταν μαζί δύο θεραπευτές θεοί: ο Απόλλωνας Μαλεάτας στο παλαιότερο, στο λόφο Κυνόρτιον, και ο Ασκληπιός στο νεότερο πεδινό ιερό, όπου πραγματοποιούνταν οι περίφημες τελετουργίες της ίασης.
Το πεδινό ιερό είναι το μεγαλύτερο και ευρύτερα γνωστό. Η σημερινή είσοδος του αρχαιολογικού χώρου βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά του ιερού και δεν αντιστοιχεί στην αρχαία, που βρισκόταν στη βόρεια. Ακολουθώντας την ιερά οδό, που ξεκινούσε από την παραθαλάσσια πόλη της Επιδαύρου, οι προσκυνητές εισέρχονταν στο ιερό από τα Προπύλαια, τη μνημειώδη είσοδο δωρικού ρυθμού, του 3ου αι. π.Χ. Μέσα στο ιερό ακολουθούσαν την Ιερά οδό έως το κέντρο του, όπου βρισκόταν ο δωρικός ναός του Ασκληπιού, του οποίου είναι σήμερα ορατή μόνο η θεμελίωση. Γύρω από το ναό είχαν οικοδομηθεί τα υπόλοιπα κτίσματα που συνδέονταν με τη λατρεία του θεού και την τελετουργία της ίασης: το Άβατο, όπου γινόταν η εγκοίμηση των ασθενών, η θόλος ή θυμέλη, ένα κυκλικό περίστυλο οικοδόμημα, όπου στεγαζόταν η μυστηριακή χθόνια λατρεία του Ασκληπιού, και το τελετουργικό εστιατόριο, όπου γίνονταν τα τελετουργικά γεύματα των ασθενών. Γύρω από το τέμενος του Ασκληπιού υπήρχαν οικοδομήματα για την εξυπηρέτηση των ασθενών και των προσκυνητών, καθώς και κατασκευές για τις ανάγκες των Ασκληπιείων, των αγώνων που καθιερώθηκαν τον 4ο αι. π.Χ. και απέκτησαν πανελλήνιο χαρακτήρα. Σώζονται κατάλοιπα λουτρικών εγκαταστάσεων, ενός μεγάλου ξενοδοχείου, του Καταγωγίου, που είχε 160 δωμάτια για τη διαμονή των ασθενών και των συνοδών τους, η παλαίστρα, το γυμνάσιο, το ωδείο, το στάδιο και το θέατρο, το τελειότερο παράδειγμα ελληνικού θεάτρου, μοναδικό για την αξιοθαύμαστη προσαρμογή του στο χώρο, την τελειότητα των αναλογιών του και της ακουστικής του. Σώζονται, επίσης, κατάλοιπα πολλών μικρών ναών αφιερωμένων στον Απόλλωνα, στην Αρτέμιδα, στην Αφροδίτη και σε δευτερεύουσες λατρείες συγγενείς με την κύρια λατρεία του Ασκληπιού, στην Υγεία, στο Μαχάωνα, στον Τελεσφόρο, στον Ύπνο και στην Ηπιόνη. Ορατά εν μέρει είναι και τα κατάλοιπα του πολύπλοκου υδραυλικού συστήματος μεταφοράς του νερού από τις πηγές του Κυνορτίου μέσω καναλιών και λεκανών καθίζησης στο βορειοανατολικό τμήμα του ιερού, σε δύο κόμβους διανομής, τη δωρική κρήνη και την ιερή κρήνη.
Στο βορειοανατολικό τμήμα του ιερού σώζονται κυρίως κατάλοιπα από τη φάση ανοικοδόμησης του 2ου αι. μ.Χ. Είναι ορατά λείψανα της βιβλιοθήκης, λουτρών, μικρών ναών, καθώς και του κτηρίου που είναι γνωστό ως στοά του Κότυος και ταυτίσθηκε πρόσφατα με το ιερό των Αιγυπτίων, που ήταν αφιερωμένο στον Ασκληπιό, στον Απόλλωνα και στην Υγεία ως Όσιρι, Όρο και Ίσιδα, αντίστοιχα. Τα υστερότερα ερείπια είναι τμήματα της περιμετρικής στοάς του 4ου αι. μ.Χ., στην οποία εντάχθηκαν τμήματα παλαιοτέρων κτηρίων, προπαντός του Καταγωγίου.
Το ορεινό ιερό του Απόλλωνα Μαλεάτα είναι μικρότερο σε έκταση. Εδώ έχουν αναδειχθεί κατάλοιπα των διαδοχικών φάσεων χρήσης του χώρου από την πρωτοελλαδική περίοδο (αψιδωτά κτίσματα) έως τη ρωμαϊκή. Είναι ορατά τα τρία άνδηρα του μυκηναϊκού τεμένους με τον υπαίθριο βωμό τέφρας και το χώρο των τελετουργικών γευμάτων. Στο κατώτερο άνδηρο σώζεται τμήμα της πώρινης θεμελίωσης του ναού του Απόλλωνα, που κτίσθηκε το 380 π.Χ. πάνω από το βωμό τέφρας του 9ου αι. π.Χ. και το μικρό αρχαϊκό ναό του 7ου αι. π.Χ. Ανατολικά του τεμένους οικοδομήθηκε κατά την κλασική εποχή ένας βωμός του τύπου των μνημειωδών κτιστών τετραστύλων βωμών. Στα βόρεια το ιερό οριζόταν με αναλημματικό τοίχο, που κτίσθηκε κατά τη σημαντικότερη φάση οικοδομικής δραστηριότητας στο χώρο, τον 4ο και 3ο αι. π.Χ. Στη νότια πλευρά του τοίχου σχηματιζόταν στοά, η οποία είχε πρόσοψη προς το εσωτερικό του ιερού. Στην ίδια περίοδο χρονολογείται και ένα μικρό σπανιότατο υπαίθριο τέμενος των Μουσών, ενώ στο 2ο αι. μ.Χ. χρονολογούνται τα υπόλοιπα ορατά μνημεία του χώρου, το πρόπυλο στην είσοδο του ιερού, η ανοικοδόμηση της ελληνιστικής κατοικίας των ιερέων, της Σκανάς, η δεξαμενή του Αντωνίνου, της οποίας είναι διατηρημένο το μεγαλύτερο τμήμα της οροφής, καθώς και ένα Νυμφαίο.

Sanctuary of Asklepios at Epidaurus, Argolis
In the peaceful hinterland of Epidaurus, with its mild climate and abundant mineral springs, is the sanctuary of the god-physician Asklepios, the most famous healing centre of the Greek and Roman world. The sanctuary belonged to the small coastal town of Epidaurus, but its fame and recognition quickly spread beyond the limits of the Argolid. It is considered the birthplace of medicine and is thought to have had more than two hundred dependent spas in the eastern Mediterranean. Its monuments, true masterpieces of ancient Greek art, are a precious testimony to the practice of medicine in antiquity. Indeed they illustrate the development of medicine from the time when healing depended solely on the god until systematic description of cases and the gradual accumulation of knowledge and experience turned it into a science.
The area was devoted to the cult of healing deities since Prehistory. A Mycenaean sanctuary dedicated to a healing goddess stands on the Kynortion hill, northeast of the theatre. It was founded in the sixteenth century BC over the remains of a settlement of the Early and Middle Bronze Age (2800-1800 BC), and functioned until the eleventh century BC. Unlike other sanctuaries of this period, it is unusually large. This early sanctuary was replaced c. 800 BC by another, dedicated to Apollo, a god with healing abilities, worshipped here as Apollo Maleatas. The worship of Asklepios, the sanctuary’s main healing god, traditionally considered as the indigenous son of Apollo and Koronis, granddaughter of Malos, king of Epidaurus, was established in the sixth century BC. Asklepios, protector of human health and personal happiness, was a very popular deity with an ever-increasing number of worshippers. The sanctuary at Kynortion was quickly overwhelmed by a great number of visitors, so a new sanctuary was founded in the plain, approximately one kilometre northwest of Kynortion Hill, on the site where, according to the myth, Asklepios was born. The two sanctuaries, one dedicated to Apollo Maleatas and the other to Asklepios, were subsequently known under the common name of ‘Sanctuary of Apollo Maleatas and Asklepios’.
The new sanctuary developed around the Sacred Well, which was later incorporated into the portico of the Abaton, and in the area of Building E, where the first ash altar and the site of ritual feasting were located. The well played an important role in the healing process, which included cleansing and enkoimesis, or hypnosis, of the patients near its waters. The enkoimesis emulated the periodical death and rebirth of divine powers after they returned inside the earth – the source of life. The god appeared to a patient during his enkoimesis, which corresponded to periodic death, advising him on the treatment he should follow.
Continuous warfare and misery in the fourth and third centuries BC led people to seek even more the protection and help from Asklepios, the philanthropist god, making the sanctuary one of the richest of its time. Several important buildings were erected in both the mountain and plain sanctuaries during this period: the Classical temple, the altar of Apollo, the Great Stoa, the priests’ residence and the Temenos of the Muses in the former; the temple of Asklepios, the Abaton, the Tholos, the theatre, the stadium, the Banqueting Hall and the hostel in the latter. The Asklepion suffered from the raids of Sulla and of Cilician pirates in the first century BC, but flourished again in Imperial times and particularly in the second half of the second century AD, when the Roman consul Antonine financed the refurbishment of old buildings and the construction of new ones. Pausanias visited the sanctuary and admired its monuments, which he described in detail (2, 26), during this period. In the following centuries the sanctuary was razed several times and suffered particularly under the Goths in 267 AD. In the mid-fourth century BC, the plain sanctuary was refurbished one last time and a portico connecting many of the existing buildings was constructed at its centre according to Roman fashion. Despite the 426 AD official ban on ancient pagan religions, worship continued in the sanctuary until it was abandoned following the destructive earthquakes of 522 and 551 AD.
The Asklepion of Epidaurus was first investigated by the French Scientific Expedition of the Peloponnese in 1829. P. Kavvadias of the Greek Archaeological Society excavated the site in 1870-1926, uncovering the sanctuary’s most important monuments. Limited excavations were conducted by G. Roux of the French School at Athens in the area of the Abaton and in Buildings E and H in 1942-43, and by I. Papadimitriou of the Greek Archaeological Service in 1948-1951. A. Orlandos undertook the restoration of the theatre in 1954-1963. New excavations by the Archaeological Society are in progress at the sanctuary of Apollo Maleatas under Professor V. Lambrinoudakis since 1974, while a special committee of the Ministry of Culture founded in 1984 under the name of Work Group for the Restoration of the Monuments of Epidaurus (currently Committee for the Restoration of the Monuments of Epidaurus) oversees the conservation and presentation of the monuments in both sanctuaries. Recent work at the Asklepieion has both radically altered the aspect of the archaeological site and provided new evidence for the spatial organization, chronology and use of several buildings.
The Asklepieion at Epidaurus comprises two sanctuaries dedicated to two healing gods: the earlier sanctuary of Apollo Maleatas on Mt. Kynortion and the later sanctuary of Asklepios in the plain, where the famous healing rituals took place.
The sanctuary in the plain is the largest and better known of the two. The entrance to the modern archaeological site is located on its southwest side, but the sanctuary was originally accessed from the north through the Propylaia, a monumental Doric gate of the third century BC. A sacred road beginning in the coastal town of Epidaurus passed through this gate and led to the Doric temple of Asklepios, of which only the foundations are now visible at the centre of the sanctuary. Several buildings related to the cult of Asklepios and the healing rituals surrounded the temple: the Abaton, where the patients’ enkoimisis, or hypnosis, took place, the Tholos or Thymeli, a circular peristyle building, which housed the mystical chtonic cult of Asklepios, and the Banqueting Hall where the patients dined. Buildings for the needs of the patients and worshippers, and others used during the Asklepian Games, which were established in the fourth century BC, surrounded the sanctuary. These included a large hostel of 160 rooms for the patients and their aids, baths, a palaestra, a gymnasium, an odeon, a stadium and the most perfect example of Greek theatre, remarkably adapted to the landscape, beautifully proportioned and with perfect acoustics. The remains of several small temples dedicated to Apollo, Artemis, Aphrodite and to other deities related to the cult of Asklepios, such as Hygeia, Machaon, Telesphoros, Hypnos and Epione, are also preserved. A complicated hydraulics system consisting of channels and settling basins, of which parts are still visible today, brought water from the mineral springs of Kynortion to two distribution points in the northeast part of the sanctuary, the Doric Spring and the Sacred Spring.
In the northeast part of the sanctuary one can see mostly remains of the second century occupation phase, which include the library, baths, small temples and the so-called Stoa of Kotyos, recently identified with the Sanctuary of the Egyptians, dedicated to Asklepios, Apollo and Hygeia (as Osiris, Horus and Isis respectively). Also visible are the remains of the fourth century AD portico, which incorporated parts of earlier buildings, mainly the Katagogion.
The smaller mountainous sanctuary of Apollo Maleatas was continuously occupied from the Early Helladic period (apsidal building) to Roman times. The three terraces of the Mycenaean temenos with its open-air ash altar and area for ritual feasting are still visible. Parts of the tufa foundations of the temple of Apollo erected in 380 BC over the ninth century BC ash altar and of the small Archaic temple of the seventh century BC are preserved on the lower terrace. A monumental tetrastyle altar was built in the Classical period east of the temenos. In the fourth to third centuries BC, during the sanctuary’s most important construction period, a terrace wall was raised along the sanctuary’s northern limits. This wall was lined by a portico facing south. An extremely rare small open-air sanctuary of the Muses dates to this period. The remaining visible monuments – that is, the propylon, or entrance gate, the Skana, or restored Hellenistic house of the priests, the basin of Antonine, of which a large part of the roof is preserved, and a fountain – all date to the second century AD.

 

ΠΗΓΗ:http://odysseus.culture.gr Συντάκτης Όλγα Ψυχογυιού, αρχαιολόγος

https://www.argolisculture.gr/el/lista-mnimeion/arhaiologikos-horos-asklipieiou-epidayrou/

Αρχική Σελίδα

Συχνές Ερωτήσεις
Ωραριο λειτουργιας
  • Open Now
    UTC+009:00 AM - 06:00 PM
  • Monday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Tuesday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Wednesday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Thursday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Friday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Saturday
    09:00 AM - 06:00 PM
  • Sunday
    09:00 AM - 06:00 PM
πληροφοριες
Keyword
ΑΡΓΟΛΙΔΑ
Location
Λυγουριό Αργολίδας
Phone
Χαρτης
Επιλεγμενη καταχωριση

All Chat Users

    Start Chat

    Select a listing or user to start your chat.

    Browse Users

    Chat Settings

    Chat Theme
    0/50
    Set a greeting message to show to new chat participants. E.g., Welcome to my chat.
    0/50
    Set a fixed notification for the chat owner. E.g., We are off for this month.
    No images found.
    elGreek
    Compare Listings